Ο Ρόμπερτ ντε Νίρο αποτελεί έναν από τους πιο διάσημους αλλά και αξιόλογους ηθοποιούς στον παγκόσμιο κινηματογράφο. Η αγάπη του για την υποκριτική τέχνη εκφράστηκε από μικρή ηλικία και η σκληρή δουλειά πάνω στο ακατέργαστο ταλέντο των πρώτων χρόνων τον κατέταξε ανάμεσα στους κορυφαίους ηθοποιούς της γενιάς του ΄70 φτάνοντας μέχρι το 2010.
Ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο ήταν ο γιος δύο καλλιτεχνών του Greenwich Village. Σε ηλικία μόλις 16 ετών εγκατέλειψε το σχολείο να σπουδάσει θέατρο στη σχολή Stella Adler Conservatory of Acting. Αφού εργάστηκε σε λίγες Off-Off-Broadway παραστάσεις, εμφανίστηκε στην πρώτη ταινία του, The Wedding του Brian Dee Palma (1963, κυκλοφόρησε το 1969). Κατά τη διάρκεια των επόμενων τεσσάρων χρόνων πήρε μέρος σε διάφορες λιγότερο γνωστές ταινίες με πιο αξιοσημείωτη την ταινία The Gang That Couldn΄t Shoot Straight (1971).
Ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο ήταν ο γιος δύο καλλιτεχνών του Greenwich Village. Σε ηλικία μόλις 16 ετών εγκατέλειψε το σχολείο να σπουδάσει θέατρο στη σχολή Stella Adler Conservatory of Acting. Αφού εργάστηκε σε λίγες Off-Off-Broadway παραστάσεις, εμφανίστηκε στην πρώτη ταινία του, The Wedding του Brian Dee Palma (1963, κυκλοφόρησε το 1969). Κατά τη διάρκεια των επόμενων τεσσάρων χρόνων πήρε μέρος σε διάφορες λιγότερο γνωστές ταινίες με πιο αξιοσημείωτη την ταινία The Gang That Couldn΄t Shoot Straight (1971).
Δεν είχε καταφέρει μέχρι την συμμετοχή του στην ταινία Bang the Drum Slowly (1973) να αναγνωριστεί ευρέως ως εξαιρετικός ηθοποιός. Η ταινία Mean Streets (1973) σηματοδότησε την πρώτη επαφή του Ντε Νίρο με τον σκηνοθέτη Μάρτιν Σκορτσέζε, με τον οποίο έκανε μερικές από τις πιο επιτυχημένες του ταινίες. Ο σκηνοθέτης μάλιστα, Φράνσις Φορντ Κόπολα, του οποίου η γνωστή ταινία Ο Νονός του 1972 είχε κερδίσει το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, εντυπωσιάστηκε τόσο από την ερμηνεία του Ντε Νίρο στο Mean Streets που του πρόσφερε τον ρόλο του νέου Vito Corleone στο Νονός, Μέρος ΙΙ το 1974, χωρίς καν δοκιμαστικό.
Η λαμπρή συνέχεια του ρόλου από τον Ντε Νίρο μετά την εξαιρετική ερμηνεία από τον Marlon Brando στην πρώτη ταινία, του χάρισε το Όσκαρ δεύτερου ανδρικού ρόλου κάνοντάς τον διεθνές αστέρι του παγκόσμιου κινηματογράφου.
Με αφετηρία την ταινία Ο Νονός, Μέρος ΙΙ, ο Ντε Νίρο συνεργάστηκε με μερικά από τα σημαντικότερα ονόματα στο χώρο της σκηνοθεσίας κινηματογράφου, όπως τον Μπερνάρντο Μπερτολούτσι στο 1900 το 1976, τον Ελία Καζάν στην ταινία The Last Tycoon το 1976, και τον Michael Cimino στον Ελαφοκυνηγό το 1978, η οποία κατάφερε να αποσπάσει και το Όσκαρ Καλύτερης Φωτογραφίας.
Οι ταινίες του όμως με τον Scorsese ήταν εκείνες από τις οποίες ο De Niro απέκτησε τη φήμη για την εξαιρετικά αριστοτεχνική απεικόνιση που έκανε στην σκοτεινή πλευρά την ανθρώπινης φύσης και των πιο σκληρών της στοιχείων. Έλαβε μάλιστα μια υποψηφιότητα για Όσκαρ για το ρόλο του ως απομονωμένος και βίαιος Travis Bickle στον Ταξιτζή το 1976 ενώ κέρδισε το Όσκαρ Καλύτερου Ηθοποιού για τον ρόλο του πυγμάχου Jake La Motta στο Raging Bull το 1980.
Ο Ντε Νίρο όμως δεν αποτελεί έναν απλά καλό ηθοποιό. Είναι ιδιαίτερα γνωστή η εντατική προετοιμασία που κάνει κάθε φορά για έναν καινούριο ρόλο που αναλαμβάνει. Ο Ρόμπερτ ντε Νίρο πέρασε εβδομάδες ολόκληρες οδηγώντας ένα ταξί στη Νέα Υόρκη πριν από το ξεκίνημα των γυρισμάτων για την ταινία ο Ταξιτζής, ενώ έβαλε πάνω από 23 κιλά για να υποδυθεί τον πυγμάχο Jake La Motta. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1970, ο Ντε Νίρο κατάφερε να θεωρείται ευρέως ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του.
Τη δεκαετία του 1980 εμφανίστηκε σε μια σειρά κινηματογραφικών αποτυχιών για το box office, που έχουν ωστόσο παραμείνει ανάμεσα στις αγαπημένες cult ταινίες του. Το The King of Comedy του Scorsese το 1983, προσέφερε μια ματιά απομόνωσης στους κινδύνους της διασημότητας, κερδίζοντας τους επαίνους των κριτικών, αλλά όχι και την αποδοχή του κοινού. Ο Ντε Νίρο έδωσε ωστόσο πολύ καλές ερμηνείες σε πιο συμβατικές ταινίες κατά τη διάρκεια εκείνης της εποχής, συμπεριλαμβανομένου του True Confessions το 1981, του Falling in Love το 1984, του The Mission το 1986, και του The Untauchables του De Palma το 1987. Ο Ντε Νίρο γνωστός για το ταλέντο που διέθετε σε δραματικούς ρόλους δεν δίστασε να αποκαλύψει και το εξαιρετικό του ταλέντο στην κωμωδία στο Midnight Run το 1988 ενώ κέρδισε μερικές από τις καλύτερες κριτικές της σταδιοδρομίας του για την ερμηνεία του στο ρόλο ενός κατατονικού ασθενή στο Awakenings το 1990. Με την ταινία Goodfellas το 1990 η επανένωση του Ντε Νίρο με τον Scorsese πάνω σε μια σκληρή ματιά στο οργανωμένο έγκλημα, είναι γεγονός. Οι περισσότεροι κριτικοί συμφώνησαν ότι Σκορσέζε με τον Ντε Νίρο είχαν επιστρέψει σε μεγάλη φόρμα, αλλά οι δύο επόμενες συνεργασίες τους στο Cape Fear το 1991 και στο Casino το 1995, δέχτηκαν ανάμεικτα σχόλια. Οι επόμενες ταινίες του Ντε Νίρο που ξεχώρισαν περιλαμβάνουν το θρίλερ Heat το 1995, στο οποίο πρωταγωνιστεί μαζί με τον εξαιρετικό ηθοποιό Αλ Πατσίνο, και τις δημοφιλείς κωμωδίες Wag the Dog το 1997, Ανάλυσε το (1999), Meet the Parents το 2000 και τη συνέχειά του, Meet the Fockers το 2004. Το 2008 ο Ντε Νίρο συνεργάστηκε και πάλι με τον Αλ Πατσίνο στο αστυνομικό δράμα Righteous Kill και πρωταγωνίστησε ως παραγωγός του Hollywood που αγωνίζεται με τα προσωπικά και επαγγελματικά του προβλήματα στο What Just happened?. Εκτός από την υποκριτική ο Ντε Νίρο έχει σκηνοθετήσει επίσης, και αρκετές ταινίες. Το 1993 έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με το Α Bronx Tale, μια ταινία για τη μαφία στη δεκαετία του 1960, ενώ αργότερα σκηνοθέτησε το περίφημο The Good Shepherd το 2006, το οποίο επικεντρώνεται στην λειτουργία της CIA και των συμβιβασμών που πρέπει να κάνει ένας μυστικός πράκτορας κατά την διάρκεια της καριέρας του. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εκφραστείτε ελεύθερα, πείτε ότι θέλετε αλλα μην βρίζετε χυδαία για να μην μπαίνουμε σε διαδικασία να σβήνουμε σχόλια, κάτι που δεν το θέλουμε!
Ευχαριστούμε...