«Χαρτογράφησαν» την εξάπλωση του ιού της ηπατίτιδας C


Για πρώτη φορά έλληνες ερευνητές κατάφεραν να «χαρτογραφήσουν» το μοτίβο εξάπλωσης της ηπατίτιδας C, δείχνοντας ότι η πρώιμη διάγνωση είναι...
και το «κλειδί» πρόληψης επιδημιών όπως η «σιωπηλή» αυτή επιδημία.

Μετάδοση από 1 σε 20

Μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «PLoS Computational Biology» με κύριο συγγραφέα τον ερευνητικό υπότροφο Marie Curie στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης Γκίκα Μαγιορκίνη και επιβλέποντα τον καθηγητή Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών Αγγελο Χατζάκη έδειξε ότι μεταξύ ατόμων που κάνουν ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών στη χώρα μας κάθε μολυσμένο με τον ιό της ηπατίτιδας άτομο μεταδίδει την ασθένεια σε 20 άλλα άτομα – μάλιστα τα 10 εξ αυτών πέφτουν «θύματά» του μέσα στα δύο πρώτα χρόνια από τη μόλυνση. Για να εννοήσει κάποιος το «δριμύ» μοτίβο μετάδοσης του ιού της ηπατίτιδας C, αξίζει να αναλογιστεί, όπως εξηγεί ο κ. Χατζάκης στο «Βήμα», ότι ένα άτομο μολυσμένο με τον ιό της γρίπης τον μεταδίδει σε άλλα δύο άτομα κατά μέσο όρο.

Σε παγκόσμιο επίπεδο ως και 180 εκατομμύρια άτομα ζουν με τον ιό της ηπατίτιδας C (εκτιμάται ότι στη χώρα μας το 1,5% του πληθυσμού είναι φορείς του ιού) και αποτελούν «πηγή» εξάπλωσής του, πολλές φορές χωρίς να το αντιλαμβάνονται – οι φορείς μπορεί να μην εμφανίσουν συμπτώματα της νόσου ως και για 20 χρόνια. Η καινούργια μελέτη δείχνει ότι πρέπει να μπει ένα «φρένο» σε αυτούς τους φορείς «υψηλού κινδύνου» προκειμένου να πέσει και η… ταχύτητα εξάπλωσης της ηπατίτιδας C.

Όπως αναφέρει στο «Βήμα» ο κ. Μαγιορκίνης η πηγή επιδημιών όπως της γρίπης είναι εύκολο να εντοπιστεί καθώς σε τέτοιες περιπτώσεις τα συμπτώματα της νόσου εμφανίζονται μέσα σε λίγες ημέρες. Στην περίπτωση όμως της ηπατίτιδας C μέχρι σήμερα δεν είχε καταστεί δυνατόν να αποτυπωθεί η εξάπλωση του ιού επειδή ακριβώς τα επιβεβαιωμένα κρούσματα μπορεί να εμφανιστούν μετά από μήνες ή χρόνια.

«Πάντρεμα» επιδημιολογίας και γενετικής ανάλυσης

Οι έλληνες ερευνητές μπόρεσαν να αποτυπώσουν το μοτίβο εξάπλωσης του ιού «παντρεύοντας» την κλασική επιδημιολογία με τη γενετική ανάλυση. Διερεύνησαν στοιχεία που αφορούσαν τέσσερις επιδημίες ηπατίτιδας C στην Ελλάδα, χρησιμοποιώντας δεδομένα σχετικά με 943 ασθενείς τα οποία είχαν συλλεχθεί μεταξύ του 1995 και του 2000. Ο κ. Μαγιορκίνης σημειώνει πως σε ό,τι αφορά την ηπατίτιδα C στη χώρα μας έχουν γίνει αρκετές επιδημιολογικές μελέτες ενώ υπάρχουν και πολλά δείγματα ασθενών που καλύπτουν μια 20ετία. «Μπορούμε να πούμε λοιπόν ότι έχει γίνει μια από τις καλύτερες καταγραφές σχετικά με τον συγκεκριμένο ιό παγκοσμίως».

Στο πλαίσιο της μελέτης περιελήφθησαν επίσης γενετικές αλληλουχίες του ιού που εξήχθησαν από100 κατεψυγμένα δείγματα πλάσματος που είχαν συλλεχθεί μεταξύ του 1996 και του 2006. Όλα αυτά τα δεδομένα εισήχθησαν σε ένα μαθηματικό μοντέλο σε υπολογιστή το οποίο και έδειξε το μοτίβο μετάδοσης. Ο κ. Χατζάκης λέει ότι «μέχρι σήμερα το μοτίβο εξάπλωσης του ιού αποτελούσε αίνιγμα. Είδαμε τώρα πως ένα άτομο μολύνει άλλα 20 ενώ παράλληλα εντυπωσιακό ήταν το εύρημα που αφορούσε το ότι η μετάδοση σε άλλα άτομα γίνεται κυρίως κατά το πρώτο διάστημα από τη μόλυνση». Για ποιον λόγο συμβαίνει αυτό το τελευταίο; Οριστική απάντηση δεν υπάρχει, αλλά όπως αναφέρει ο κ. Μαγιορκίνης πιθανότατα επειδή «κατά το πρώτο διάστημα μετά τη μόλυνση το ιικό φορτίο στον οργανισμό είναι υψηλότερο ενώ παράλληλα τη χρονική στιγμή που μολύνεται ένα άτομο έχει και συμπεριφορά ‘υψηλού κινδύνου’ με αποτέλεσμα να υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες να μολύνει και άλλα άτομα. Από τον έναν στον άλλον ο κύκλος τελικώς ανοίγει».

Μείζον πρόβλημα δημόσιας υγείας

Υπογραμμίζεται ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας θεωρεί την ηπατίτιδα C ως μείζον πρόβλημα δημόσιας υγείας. Το 20% των φορέων του ιού μετά από 20 χρόνια εμφανίζει καρκίνο ή κίρρωση του ήπατος και σε αυτή τη φάση η μόνη θεραπεία είναι η μεταμόσχευση ήπατος – διαδικασία ιδιαιτέρως δύσκολη τόσο από την άποψη του κόστους όσο και λόγω της έλλειψης μοσχευμάτων.

Σε αντίθεση με άλλες μορφές της ηπατίτιδας δεν υπάρχει σήμερα διαθέσιμο εμβόλιο για την ηπατίτιδα C – αν και υφίστανται αποτελεσματικές θεραπείες. Ο ιός μεταδίδεται κυρίως μέσω του μολυσμένου αίματος και πριν το 1990 η βασικότερη οδός μετάδοσής του ήταν οι μεταγγίσεις αίματος. Ωστόσο, αφότου ξεκίνησε ο έλεγχος του αίματος για ύπαρξη του ιού – μετά την ανακάλυψη του ιού το 1989 – η μόνη σημαντική οδός μετάδοσης είναι η ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών (οι χρήστες κινδυνεύουν καθώς μοιράζονται τις σύριγγες ή τις επαναχρησιμοποιούν).

Ποιο είναι το μήνυμα που στέλνουν τα νέα ευρήματα; Ο κ. Μαγιορκίνης σημειώνει ότι «λύνουν ένα παζλ 20 ετών σχετικά με τα μοτίβα μετάδοσης του ιού» και ο κ. Χατζάκης προσθέτει ότι «δείχνουν ποιες παρεμβάσεις πρέπει να γίνουν προς όφελος της δημόσιας υγείας. Αποδεικνύεται ότι χρειάζεται να ξεκινήσει άμεσα μεγάλο πρόγραμμα προσυμπτωματικού ελέγχου του πληθυσμού προκειμένου να πετύχουμε ‘με έναν σμπάρο δτο τρυγόνια’: να έχουμε δηλαδή καλύτερο θεραπευτικό αποτέλεσμα για τους ασθενείς χάρη στην πρώιμη διάγνωση σταματώντας όμως συγχρόνως και την εξάπλωση του ιού».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εκφραστείτε ελεύθερα, πείτε ότι θέλετε αλλα μην βρίζετε χυδαία για να μην μπαίνουμε σε διαδικασία να σβήνουμε σχόλια, κάτι που δεν το θέλουμε!

Ευχαριστούμε...