Ήγγικεν η ώρα της Αποκαλύψεως. Ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιο στην ελληνική παραλία. Ο καθένας θα δείξει αυτό που έχει. Το πρόβληµα είναι ότι κάποιοι θέλουν να το δείξουν το κάτι παραπάνω. Ιδού οι φυλές της παραλίας.
01 Ο σφίχτης
∆εν πέρασε όλο το χειµώνα ανεβοκατεβάζοντας βάρη, καταπίνοντας συµπληρώµατα διατροφής και κάνοντας ενέσεις αναβολικών για να καθίσει τώρα διακριτικά στην ξαπλώστρα του να διαβάσει το Μίκι Μάους που παιδεύει από πέρσι. Ο σφίχτης θέλει το θαυµασµό του κοινού και θα τον πάρει, ακόµα κι αν χρειαστεί να κάνει τη διαδροµή παραλία – beach bar τριακόσιες φορές χωρίς κανέναν προφανή λόγο, πέρα από το να σπάσει τα νεύρα όλου του υπόλοιπου κόσµου, που αλλιώς έχει την πασαρέλα στο µυαλό του.
Το περπάτηµά του συνδυάζεται µε σούφρωµα στα χείλη και µαύρο γυαλί. Όταν αράζει στην ξαπλώστρα, έχει πάντα τα χέρια δεµένα πίσω από το κεφάλι, τάχα αδιάφορα, αλλά στο βάθος δεν είναι τίποτα άλλο από µία πόζα για να µοστράρει µπράτσα και φτερά. Ο τύπος που αλωνίζει µάταια πάνω κάτω στην άµµο, στέκεται (στο πουθενά), ποζάρει (σε ένα φανταστικό φακό) και τσεκάρει για να βεβαιωθεί ότι τα βλέµµατα είναι στραµµένα σε εκείνον, δεν έκανε τους δικέφαλους ζέπελιν και τους κοιλιακούς φέτες για να τους χρησιµοποιήσει. Τους έκανε για να τους δείξει και θεωρεί ότι εκπροσωπεί κάποιο αθλητικό ιδεώδες όταν αλείφεται µε λάδι και µοστράρει το παραφουσκωµένο του σώµα, που συνήθως συνοδεύεται από ένα κεφάλι σε µέγεθος και περιεχόµενο κορόµηλου.
Στην πραγµατικότητα, ο σφίχτης έχει µεγαλύτερη σχέση µε ένα σετ µανταλάκια, παρά µε τον αθλητισµό, δεδοµένου ότι π.χ. το να τερµατίσεις το pec deck γρυλλίζοντας δεν συγκαταλέγεται στα ολυµπιακά αθλήµατα. Ο σφίχτης δεν φοράει ποτέ µαγιό σορτσάκι. Κόβει µπούτι. Φοράει πάντα τύπου speedo, αλλά σε πιο λουγκρέ εκδοχή, ή ελαστικά κολλητά σορτσάκια. Αυτό βοηθάει στην παρουσίαση του προϊόντος. Με το σπίντο, και µικρό να τον έχεις δείχνει κάτι παραπάνω, ενώ αν είσαι της όπισθεν, τονίζει σωστά τους γυµνασµένους γλουτούς. Ο σφίχτης µισεί την κρέµα µαυρίσµατος, αγαπάει το λάδι. Με το σφίχτη δεν είσαι ποτέ σίγουρος αν του αρέσει η ντοµάτα ή το αγγούρι. Ας πούµε στη Μύκονο, που ευδοκιµεί ο σφίχτης, είναι 99% λάτρης της Μπάρµπρα Στρέιζαντ. Είναι ο Κόναν ο Βάρβαρος µε σάουντρακ Μπάρµπρα ή Village People, ανάλογα την ώρα. Εννοείται ότι έχει φτάσει ήδη µαυρισµένος από τις λάµπες, ο τρικέφαλος δεν «γράφει» χωρίς tan. Ο σφίχτης είναι αγαπηµένο είδος για σχολιασµό… Η συζήτηση ξεκινάει «Καλωσήρθε ο µαλάκας. Παρακολουθήστε τον που κάνει πρόβες για το Fast and Furious 6».
02 Η Ελληνίδα µάνα
Πολύ πριν τη δεις, την έχεις ακούσει. Η φωνή της διαπερνά κτίρια, µόνωση, νερό, άνεµο και φτάνει στα αυτιά σου ακόµα κι αν είναι βουλωµένα αεροστεγώς µε τα ακουστικά του ipod σου, που παίζει στη διαπασών. ∆εν φωνάζει γενικά. Φωνάζει στο παιδί της. Το µεγάλο πρόβληµα της Ελληνίδας µάνας µε παιδί στην παραλία είναι ένα: είναι κουφή. Και πιθανότατα, µε κινητικά προβλήµατα. Από την καρέκλα, από την οποία δεν κουνάει, παρά µόνο σε περίπτωση πνιγµού του κανακάρη, φωνάζει σαν γύφτος που µαζεύει παλιά, µε αόρατη ντουντούκα, στο παιδί της που βρίσκεται τρία µέτρα µπροστά της, µέσα στο νερό, που γι’ αυτήν µάλλον ισοδυναµούν µε τρία ναυτικά µίλια.
Το ρεπερτόριο των φωνών έχει µεγάλη γκάµα: ξεκινάει από το σωσίβιο, περνάει στην κρέµα για να µην καεί το µούλικο, ακολουθεί η απαγόρευση στις βουτιές µη σκοτωθεί κιόλας αφού πνιγεί, συνοδεύεται από τις άλλες κραυγές αν αρχίσουν και κάνουν σκανδαλιές τα παιδιά µεταξύ τους, και καταλήγει στο «έλα να φας την κρέµα σου, Γιαννάκη». ∆ιαρκώς εξαπολύει µια απειλή, η οποία ακούγεται υπέροχα στα αυτιά των λουοµένων, αλλά εκείνη δεν έχει την µπέσα να τηρήσει. Όλο απειλεί το παιδί της ότι αν δεν σταµατήσει ό,τι κάνει, θα φύγουν. Το µούλικο δεν σταµατάει, αλλά αυτή δεν φεύγει. Τελευταία φεύγει η σκύλα. Η πιο προχωρηµένη της εκδοχή φέρνει και τσακωµό µε µια άλλη µάνα, αν τα παιδιά τσακωθούν. Εκεί δεν µπορείς να γλιτώσεις. Φύγε, γιατί έτοιµη είναι να ζητήσει και τη βοήθεια του κοινού στον τσακωµό της µε την άλλη. Είναι το αγριότερο είδος λουοµένου.
03 Η ηλικιωµένη τουρίστρια (που κάνει γυµνισµό)
Γιατί; Εµείς είµαστε politically correct, δεν θέλουµε να κρίνουµε τους ανθρώπους από την εµφάνιση. Μη µας πει και κανένας Συριζαίος ότι είµαστε ρατσιστές. Γιατί όµως το κάνει αυτό; Πώς να τη χαρακτηρίσουµε; Σαρπέι σε άνθρωπο; Πλισέ τσαλακωµένη φούστα; Έκθεµα στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας από το Νεάντερταλ που βρήκαν θαµµένο στα χιόνια στις Άλπεις; Έχουν κάτι συγκλονιστικό αυτές οι γυναίκες (και οι άντρες καµιά φορά): σου τραβάνε το µάτι συνέχεια, δεν µπορείς να τραβήξεις το βλέµµα σου. Όπως ο Βορράς τραβάει την πυξίδα. Και ακόµα κάτι χειρότερο: ντε και καλά σε κάνουν να σκέφτεσαι πώς θα γίνεις µια µέρα. Κοτλέ. Γιατί κυρία µου; Που κατά τα άλλα µπορεί να είσαι µια αξιολογότατη φεµινίστρια (αυτό είναι σίγουρο, γιατί τη βλέπω την τούφα…) από το Παρίσι, που µπορεί να ήσουν και η κουκλάρα που βλέπουµε στις φωτογραφίες του Μάη του ’68; Το σύνθηµα τότε ήταν: «sous les paves la plage», δηλαδή «κάτω από το πλακόστρωτο βρίσκεται η αµµουδερή παραλία». Όχι, δεν το λέγανε για τη Μύκονο. Για τη Φολέγανδρο. ∆εν το λέγανε ούτε για τη Σίκινο. Για το Παρίσι το λέγανε!!! Και να σου πω ένα µυστικό που δεν ξέρεις; Φύγε γρήγορα πίσω! Η επανάσταση των λουλουδιών ξανάρχισε.
04 Ο ρακέτας
Ο ρακέτας είναι ένα είδος ανθρώπου που υπάρχει µόνο στην Ελλάδα. Να εξηγηθούµε όµως ποιος ρακέτας. Υπάρχει ο καλός ρακέτας και ο κακός ρακέτας. Υπάρχει και ο χείριστος. Οι ρακέτες είναι ένα ωραίο σπορ στην παραλία, το έχουµε εξασκήσει σχεδόν όλοι. ∆εν είναι ένοχες οι ρακέτες. Η επιλογή χώρου ενοχοποιείται. Πας στην άκρη της παραλίας µε το φίλο σου, ή τετράδα, και ξεκωλώνεσαι δυο ώρες στη ρακέτα χωρίς να ενοχλείς κανέναν. Σ’ ωραίος ρε! Φώναξέ µας να παίξουµε. Αλλά σε παρακαλούµε πάρα πολύ µην έρθεις κοντά, γιατί οι λύσεις είναι δύο: ή θα παίζεις πάνω από το κεφάλι µας, ή θα παίζεις µπροστά µας, εκεί που µπαίνουµε στο νερό. Τότε συγνώµη κύριε ρακέτα, είστε εξιµπισιονιστής, µαταιόδοξος, φιγουρατζής, νούµερο, για να µη φτάσουµε να σου πω ότι είσαι ένας τεράστιος µαλάκας. Η τελευταία έκφραση πάει και στο θηλυκό. Ναβρατίλοβα, γιατί σπάνια βλέπεις Κουρνίκοβα.
Μια τύπου Κουρνίκοβα έχει δικαίωµα για ένα µισάωρο. Με το σωστό µαγιό και τις σωστές κάµψεις. Ο άνθρωπος που παίζει ρακέτες πάνω από το κεφάλι σου είναι βασανιστής. Σύµφωνα µε µαρτυρίες αράβων τροµοκρατών από το Γκουαντάναµο, όλη τη νύχτα τους έβαζαν δύο πράκτορες να παίζουν ρακέτες πάνω από τα κεφάλια τους. Όταν κουράζονταν, τους έβαζαν σε cd. Τότε παρενέβη η ∆ιεθνής Αµνηστία για να καταργηθούν τα δύο χειρότερα βασανιστήρια: αυτό µε την πετσέτα και το νερό στα µούτρα και το τάκα-τάκα. Τρελοί γυρίσανε στο Αφγανιστάν, όλο δεξιά αριστερά κοιτάνε. Υπάρχουν οι party crashers, οι wedding crashers, αλλά το χειρότερο είδος είναι οι beach crashers, µε τη ρακέτα. Περιµένεις σαν το µαλάκα όλο το χρόνο και ονειρεύεσαι αυτή την παραλία, που δεν θα ακούς τίποτα. Ούτε καν ipod. Θα ακούς µόνο το κυµατάκι. Και έρχεται ο βασανιστής µε το µπαλάκι, να σου κάνει τα µπαλάκια τούµπανο.
Το χειρότερο είδος ρακέτα; Ο γυµνιστής ρακέτας. Άθλιο, κακόγουστο, βλέπεις µια πλαδαρή µαλαπέρδα, δεν έχει σηµασία αν είναι µικρή ή µεγάλη, να χτυπάει από το ένα µπούτι στο άλλο, σαν να είναι η καµπάνα του Αγίου Παντελεήµονα σε µακέτα. Μη µασάς, κάτσε ανάµεσά τους, να δούµε τι θα κάνουν, και ξεσήκωσε την παραλία εναντίον τους. Είναι ζήτηµα ζωής και θανάτου. Ποτέ δεν θα γίνει η Ελλάδα Γκουαντάναµο!!! Και κάτι που έχει πει ο θυµόσοφος λαός, δεν πρέπει να ξεχνιέται από τους racketeers: το πολύ το τάκα τάκα κάνει το παιδί µαλάκα.
05 Όρκα µε µπικίνι
Την απάντηση στη γιαγιά φεµινίστρια-γυµνίστρια µε το ασιδέρωτο δέρµα τη δίνει η ελληνική πελαγίσια Όρκα µε µπικίνι. Ενώ είναι κοντά στα εκατό κιλά και ξεχειλίζει από παντού, αντί να βάλει ένα ωραίο σκούρο ολόσωµο µαγιό, κάνει την επιλογή να φορέσει το µπικίνι που όταν το αγόραζε σκεφτόταν ότι θα το βάλει αν χάσει 30 κιλά. Άβυσσος η ψυχή της γυναίκας. Ο καθρέφτης είναι προφανώς της Χιονάτης σε ψεύτη. Τον κοιτάει πριν βγει στην παραλία µε το µπικίνι και αντί για το σωστό αντικατοπτρισµό τής δείχνει την Αντριάνα Λίµα. Γιατί κι αυτή µήπως δεν έχει κυτταρίτιδα; Όλες οι γυναίκες έχουν. Εντάξει, στη Λίµα δεν ξεκινάει από τα αυτιά. Σιγά τη διαφορά. Στο φινάλε, ξέρετε πόσοι άντρες λένε ότι καλό κρεβάτι είναι το γεµάτο κρεβάτι; Όπου και να πέσεις τη νύχτα µεθυσµένος, κάπου µαλακά θα βρεις. Ούτε και από αυτήν µπορείς να ξεκολλήσεις το βλέµµα σου γιατί απλά βρίσκεται παντού. Την τελευταία φορά που κάθισε µπροστά στη θάλασσα έκρυψε το καράβι του Αµπράµοβιτς στην Κέρκυρα. Στις φιλικές συστάσεις -µε τρόπο πολύ λέµε- γιατί φοράει µπικίνι, απαντάει αποστοµωτικά «Θέλω να µαυρίσω παντού, τι ήρθα στη θάλασσα, για να µαυρίσω σαν µπετατζής;».
Η ελληνική Όρκα έχει µερικά κοινά στοιχεία στο µυαλό µε το ξέκωλο. ∆είχνει µία µαταιοδοξία, γι’ αυτό και κάθεται πολλή ώρα όρθια έξω στη θάλασσα. Μιλάει δυνατά µην τυχόν και έχει διαφύγει της προσοχής µας, και εκλαµβάνει κάθε βλέµµα σαν ερωτικό σκίρτηµα. Είναι οι µόνες γυναίκες που αγνοούν την ύπαρξη του ξέκωλου. Βρίσκονται σε ένα φαντασιακό ανταγωνισµό. Και εδώ που τα λέµε έχουν κάτι παραπάνω. Θαυµάζω αυτή την ψυχική δύναµη όταν τη βλέπω να ξεδιπλώνεται (και να ξεδιπλώνεται… και να ξεδιπλώνεται) σε όλο της το µεγαλείο. Το χειµώνα, στη σεµνή εκδοχή µε το κολάν, για να µη χάνονται οι καµπύλες, η ελληνική Όρκα ευδοκιµεί στα µπουζούκια την ώρα του µαζικού χορού. Είναι από τα λίγα υγιή όντα στον πλανήτη που δεν χρειάζονται ναρκωτικά για να έχουν παραισθήσεις.
06 Τα ξέκωλα και οι βαµµένες
Εδώ ο καλλιτέχνης που γράφει το άρθρο, ο Μπάµπης Εκλερέρ, παθαίνει ένα σχίσµα προσωπικότητας. Ως άντρας, είναι πάρα πολύ χαρούµενος που ένα τέτοιο εξωτικό πλάσµα βρίσκεται µπροστά του, συνήθως µε τούρλα τον κώλο, µε αγορασµένο στήθος α βολοντέ (βάλε, γιατρέ, όσο παίρνει), µε κόκκινα βαµµένα χείλια, µε φτηνή αχυρένια τρέσα, µε µια αίσθηση απαξίωσης αλλά και δίψας στα χείλια, που γι’ αυτό τα γλείφει συχνά, και τίγκα eyeliner, µάσκαρα και make up, που τη µετατρέπουν σε δίχρωµο άνθρωπο. Από άλλη ήπειρο το κεφάλι (Καυκάσιο) κι από άλλη το κορµί (Αφρικανικό). Το ξέκωλο είναι η χαρά της ζωής, δεν έχει αίσθηση ούτε χώρου ούτε χρόνου. Το ξέκωλο έχει ένα σκοπό µόνο: να σου πετάξει τα µάτια έξω. Είτε είναι σε κλαµπ είτε είναι σε εκκλησία είτε είναι σε παραλία, το ξέκωλο είναι ξέκωλο. ∆εν συµβιβάζεται. ∆εν βλέπει τον εαυτό του µέσα από τα µάτια των άλλων. Ζει απελευθερωµένο. Αυτό φαίνεται άλλωστε και από το διαρκές τίναγµα των εξτένσιον µε το χέρι, το οποίο παραπέµπει στην πλήρη απόρριψη των απαξιωτικών βλεµµάτων των άλλων γυναικών.
Το ξέκωλο για έναν άντρα εµπεριέχει δύο κινδύνους. Πρώτον, να σου σπάσει ο κολλητός σου τα πλευρά από τις αγκωνιές για να στη δείξει, και δεύτερον, να σε εκδικείται η γυναίκα σου για τρεις µέρες αν κοιτάς επίµονα. Ή ακόµα και κλεφτά. Οι γυναίκες δεν συγχωρούν. ∆εν θα σου χαλάσει το µπάνιο, δεν θα σου χαλάσει τη µέρα. Θα σου χαλάσει τις διακοπές. Έχω ακούσει κάποιους άντρες να διαλέγουν παραλίες µε βάση µόνο αν εκεί υπάρχουν ξέκωλα. «Πάµε ρε µαλάκα, της πουτάνας θα γίνει, τίγκα στα ξέκωλα είναι η παραλία».
Το ξέκωλο είναι σαν τον Ολυµπιακό. Είτε Ρεάλ είσαι είτε ΤΣΣΚΑ, θα σε τσακίσει το φαινόµενο. ∆εν µπορείς να το παίξεις. Πώς να το φέρει βόλτα µια γυναίκα το ξέκωλο που πάει και µοστράρει τον κώλο του µπροστά στον άντρα της δείχνοντας τη µεγαλύτερη διαθεσιµότητα; Τι φταίει η κάθε αξιοπρεπής γυναίκα να περνάει το µαρτύριο του έξω βυζί – έξω κώλος, για να µη σου πω και το άλλο έξω. Τι να κάνει, να τα πετάξει όλα και να κάνει την τρελή στην παραλία φωνάζοντας «πάρτε µε»; Εκεί µπαίνει ένας µικρός παραλογισµός. Ενώ θέλει να πιάσει από τα µαλλιά το ξέκωλο και να το σαραντίσει σαν χταπόδι και να µην αφήσει τρέσα και εξτένσιον για το unfair παιχνίδι που παίζει, χτυπώντας στο µαλακό υπογάστριο, τη νύφη την πληρώνει ο άντρας της! «Τι µαλακία παραλία είναι αυτή, τι χάλια µουσική που παίζει, γι’ αυτό πήγαµε διακοπές, ρε µαλάκα, για να είµαστε πατείς µε πατώ σε, άσε που τα ποτά ήταν σαν κάτουρο. Εδώ aids θα κολλήσουµε, όχι µόνο µύκητες».
Το διαβάσαμε στο kool