Πείτε με έναν σκεπτικιστή που αλλαξοπίστησε. Εδώ και τρία χρόνια επισήμαινα προβλήματα σε προηγούμενες έρευνες για την κλιματική αλλαγή που κατά την γνώμη μου έριχναν σκιά αμφιβολίας ακόμα και στην ίδια την ύπαρξη του φαινομένου της υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Αλλά πέρσι, μετά από ένα εντατικό ερευνητικό εγχείρημα στο οποίο εμπλακήκαμε μια ντουζίνα επιστήμονες, συμπέρανα πως η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι πραγματική και ο ρυθμός αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας που πρόβαλαν οι προηγούμενες έρευνες ήταν μέσες-άκρες σωστός. Και πάω κι ένα βήμα παραπέρα: υπεύθυνος για την αύξηση αυτή είναι σχεδόν αποκλειστικά ο άνθρωπος.
Η τόσο ριζική μεταστροφή μου σε τόσο λίγο χρόνο προήρθε από την προσεκτική και αντικειμενική ανάλυση των αποτελεσμάτων του ερευνητικού προγράμματος του Μπέρκλεϊ για την θερμοκρασία της επιφάνειας της Γης (BEST) που ξεκίνησα με την κόρη μου Ελίζαμπεθ (Elizabeth). Τα αποτελέσματά μας δείχνουν πως η θερμοκρασία της στεριάς στην επιφάνεια της Γης αυξήθηκε κατά 1.4oC (2.5oF) τα τελευταία 250 χρόνια, εκ των οποίων 0.8oC (1.5oF) την τελευταία πεντηκονταετία. Αλλά το σημαντικότερο είναι πως αυτή η άνοδος οφείλεται ουσιαστικά αποκλειστικά στην εκπομπή θερμοκηπικών αερίων λόγω της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Αυτά τα ευρήματα είναι ισχυρότερα από εκείνα της ««διακυβερνητικής επιτροπής για την κλιματική αλλαγή» (IPCC)» της επιστημονικής ομάδας του ΟΗΕ που προσδιορίζει την επιστημονική και διπλωματική συναίνεση στο ζήτημα αυτό. Στην έκθεσή του 2007, η IPCC κατέληγε πως η ανθρώπινη δραστηριότητα ήταν ως επί το πλείστον υπεύθυνη για την υπερθέρμανση του πλανήτη. Αλλά σύμφωνα με την IPCC ήταν πιθανό η υπερθέρμανση πριν το 1956 να οφειλόταν σε μεταβολές της ηλιακής δραστηριότητας, ενώ ακόμα κι η σημερινή υπερθέρμανση να οφείλεται εν μέρει σε φυσικά αίτια.
Η δική μας προσέγγιση στο BEST αξιοποίησε περίπλοκα στατιστικά εργαλεία που αναπτύχθηκαν εν πολλοίς από τον κορυφαίο συνεργάτη μας Ρόμπερτ Ροντ (Robert Rohde) επιτρέποντάς μας να προσδιορίσουμε ποια ήταν η θερμοκρασία στην επιφάνεια της Γης πολύ πιο πίσω στο χρόνο. Απαντήσαμε επίσης πολύ προσεκτικά στις μεθοδολογικές παρατηρήσεις των λεγόμενων «σκεπτικιστών» για την παρέμβαση του μικροκλίματος των αστικών κέντρων στις μετρήσεις (εμείς αξιοποιήσαμε μόνο μετρήσεις από την ύπαιθρο και μη κατοικημένες περιοχές), την ελλιπή αξιοποίηση των σταθμών μέτρησης της θερμοκρασίας (ενώ συνήθως αξιοποιούνται μετρήσεις από το 20% των σταθμών, εμείς αξιοποιήσαμε σχεδόν το 100%), την κακή ποιότητα των σταθμών (εμείς αξιολογήσαμε τις συνθήκες μέτρησης στους σταθμούς αυτούς) και την παρέμβαση του ανθρώπου στην καταμέτρηση και τη «διόρθωση»των αποτελεσμάτων (η δική μας επεξεργασία έγινε 100% αυτόματα και χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση). Στις δημοσιεύσεις μας εκθέτουμε γιατί κανένας από αυτούς τους λόγους δεν μπορεί να επηρέασε τα δικά μας αποτελέσματα.
Η ιστορική καταγραφή της θερμοκρασίας δείχνει απότομα ανεβοκατεβάσματα που συμβαδίζουν με γνωστές ηφαιστειακές εκρήξεις, αφού τα σωματίδια από αυτά τα γεγονότα αντανακλούν το φως του ήλιου ομορφαίνοντας τα δειλινά και ψυχραίνοντας τη θερμοκρασία για μερικά χρόνια. Κι υπάρχουν και μικρές και απότομες αλλαγές που οφείλονται στο «ελ νίνιο» η θαλάσσια ρεύματα σαν το «ρεύμα του κόλπου». Αλλά σε αντίθεση με ό,τι ισχυρίζονται ορισμένοι, αυτά τα φαινόμενα δεν καθιστούν «φυσιολογικές» τις αυξομειώσεις της θερμοκρασίας στον πλανήτη, καθώς κατά την άποψή μας είναι στατιστικά ασήμαντες όσον αφορά την εξήγηση του φαινομένου αυτού. Αλλά τότε τι προκάλεσε την σταδιακή μεν, αλλά συστηματική αύξηση του 1.4 βαθμού; Αρχικά επιχειρήσαμε να εξηγήσουμε μαθηματικά την αύξηση αυτή με την ηλιακή δραστηριότητα ή άλλους παράγοντες σαν την αύξηση του πληθυσμού. Αλλά ο παράγοντας που συσχετίζεται μακράν περισσότερο με την αύξηση της θερμοκρασίας είναι η περιεκτικότητα του ατμοσφαιρικού αέρα σε CO2, που την μετρήσαμε από ατμοσφαιρικά δείγματα και αέρα που έχει παγιδευτεί στους πάγους των πόλων.
Τα στοιχεία που συλλέξαμε είναι τόσο επαρκή που μας επιτρέπουν να διερευνήσουμε επακριβώς τις επιπτώσεις της ηλιακής ακτινοβολίας στη θερμοκρασία της Γης, καθώς διαθέτουμε ιστορικό αρχείο της ηλιακής δραστηριότητας. Ε λοιπόν αυτή η επίπτωση είναι μηδενική. Ενώ η IPCC άφηνε ανοικτό το ενδεχόμενο η «μικρή εποχή των παγετώνων» (που διήρκεσε από το 14ο αιώνα ως το 1850) να οφείλεται στην ηλιακή δραστηριότητα, τα στοιχεία μας αποκλείουν κάτι τέτοιο.
Εκ των υστέρων, δεν υπάρχει τίποτα το εκπληκτικό στο συμπέρασμα αυτό: από τις δορυφορικές μετρήσεις γνωρίζαμε ήδη πως η ηλιακή ακτινοβολία ελάχιστα επηρεάζει την φωτεινότητα του ηλίου.
Πόσο καθοριστική είναι η ανθρώπινη δραστηριότητα; Η περιεκτικότητα της ατμόσφαιρας σε CO2 εξηγεί τις αυξομειώσεις της θερμοκρασίας περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο παράγοντα εξετάσαμε. Το εύρος της είναι συναφές με το καταμετρημένο φαινόμενο του θερμοκηπίου (την αύξηση της θερμοκρασίας λόγω παγιδευμένης θερμικής ακτινοβολίας). Τα διαθέσιμα στοιχεία δεν εξηγούν την αιτιακή σχέση που συνδέει τα δύο φαινόμενα, και άρα δεν πρέπει να καταστείλουν τον υγιή σκεπτικισμό. Τοποθετούν όμως ψηλότερα τον επιστημονικό πήχη: προκειμένου να ληφθεί σοβαρά υπόψη, κάθε εναλλακτική επιστημονική ερμηνεία θα πρέπει να εξηγεί το φαινόμενο της αύξησης της θερμοκρασίας τουλάχιστο τόσο επαρκώς όσο η περιεκτικότητα της ατμόσφαιρας σε CO2. Η προσθήκη του μεθανίου (ενός ακόμα θερμοκηπικού αερίου) στις αναλύσεις μας δεν άλλαξε τίποτα. Το σημαντικό εδώ είναι πως οι αναλύσεις μας δεν εξαρτώνται από ογκώδη και σύνθετα μοντέλα προσομοίωσης της πλανητικής θερμοκρασίας, που είναι διαβόητα για τις «κρυφές» παραδοχές τους και τις «πειραγμένες» παραμέτρους τους. Εξαρτώντας απλά από την στενή μαθηματική σχέση μεταξύ των καταμετρημένων αυξήσεων στη θερμοκρασία και της γνωστής αύξησης της περιεκτικότητας της ατμόσφαιρας σε θερμοκηπικά αέρια.
Είναι καθήκον κάθε επιστήμονα να είναι ευλόγως σκεπτικιστής. Εξακολουθώ να εκτιμώ πως πολλά, αν όχι τα περισσότερα, από τα φαινόμενα που αποδίδονται στην κλιματική αλλαγή είναι υπερβολικά, ευφάνταστά ή απλά λανθασμένα. Ερεύνησα ορισμένους από τους πλέον εκφοβιστικούς ισχυρισμούς των υποστηρικτών της κλιματικής αλλαγής και ο σκεπτικισμός μου απέναντί τους δεν άλλαξε: ο τυφώνας Κατρίνα δεν μπορεί να αποδοθεί στην κλιματική αλλαγή· ο αριθμός των τυφώνων που πλήττουν τις ΗΠΑ μειώθηκε, δεν αυξήθηκε· το ίδιο συνέβη με τους ισχυρούς κυκλώνες· οι πολικές αρκούδες δεν πεθαίνουν λόγω της τήξης των πάγων και οι παγετώνες των Ιμαλαΐων δεν θα έχουν λιώσει ως το 2035. Είναι πολύ πιθανό πως σήμερα δεν έχουμε υψηλότερες θερμοκρασίες από ότι είχαμε 1,000 χρόνια πριν, κατά τη διάρκεια της «μεσαιωνικής θερμής περιόδου» ή του «μεσαιωνικού βέλτιστου» -της ενδιάμεσης θερμής περιόδου που γνωρίζουμε από ιστορικές καταγραφές και έμμεσα στοιχεία, σαν τους δακτυλίους στους κορμούς των δένδρων. Και οι πρόσφατες οιμωγές για τους καύσωνες στις Ηνωμένες Πολιτείες φαίνεται πως μετριάζονται κατά πολύ από το ψύχος σε άλλες περιοχές του κόσμου, πράγμα που σημαίνει πως η διαπίστωση περί «πλανητικής» υπερθέρμανσης του πλανήτη είναι καταφανώς υπερβολική.
Οι προσεκτικές αναλύσεις της ομάδας μας οδήγησαν σε πέντε επιστημονικές δημοσιεύσεις που διατίθενται στην ιστοσελίδα μας BerkeleyEarth.org. Στον ίδιο ιστότοπο θα βρείτε την διακύμανση της παγκόσμιας θερμοκρασίας από το 1753 ως σήμερα, όπου είναι σαφής η επίδραση των ηφαιστειακών εκρήξεων και της περιεκτικότητας σε CO2, αλλά όχι της ηλιακής δραστηριότητας. Τέσσερα από τα άρθρα μας υπέστησαν ήδη την εις βάθος κρίση τους από την επιστημονική κοινότητα και το τελευταίο, που αφορά τον ανθρώπινο παράγοντα, είναι αναρτημένο προς αξιολόγηση, με όλα τα δεδομένα και το λογισμικό που χρησιμοποιήθηκαν για την συγγραφή του. Αυτού του είδους η διαφάνεια βρίσκεται στην καρδιά της επιστημονικής μεθόδου· αν βρείτε κάποιο πρόβλημα στα συμπεράσματά μας, παρακαλούμε πείτε μας πού κάναμε λάθος στα δεδομένα ή στην ανάλυσή μας.
Αλλά τι θα συμβεί στο μέλλον; Καθώς η περιεκτικότητα της ατμόσφαιρας σε CO2 αυξάνει, λογικά θα πρέπει να αυξηθεί και η θερμοκρασία του πλανήτη. Εκτιμώ πως η αύξηση αυτή θα συνεχίσει σε σταθερό ρυθμό, γύρω στον 0.8oC την επόμενη πεντηκονταετία, λιγότερο αν συνεκτιμήσουμε τη θερμοκρασία των ωκεανών. Αν όμως η Κίνα συνεχίσει την ταχεία οικονομική της μεγέθυνση (αυξάνει κατά μέσο όρο 10% το χρόνο την προηγούμενη εικοσαετία) και την εκτεταμένη χρήση άνθρακα στην παραγωγή ενέργειας (προσθέτει κατά μέσο όρο 1GW το μήνα) τότε αυτή η άνοδος της θερμοκρασίας μπορεί να έχει συντελεστεί σε μια εικοσαετία.
Επιστήμη ονομάζουμε τη μικρή ζώνη γνώσης που κατά τεκμήριο είναι γενικά αποδεκτή. Εισήρθα σε αυτό το επιστημονικό πεδίο με σκοπό να δώσω απαντήσεις σε ερωτήματα που κατά την άποψή μου παρέμεναν αναπάντητα. Ελπίζω πως οι αναλύσεις του BEST θα συμβάλουν στην επιστημονική συζήτηση για την υπερθέρμανση του πλανήτη και το ρόλο του ανθρώπου σε αυτήν. Τα δυσκολότερα έπονται: είναι η συμφωνία σε όλο το πολιτικό και διπλωματικό φάσμα για το τι πρέπει και μπορεί να γίνει προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα.
* Ο Richard A. Muller είναι καθηγητής φυσικής στο πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ
Αλλά πέρσι, μετά από ένα εντατικό ερευνητικό εγχείρημα στο οποίο εμπλακήκαμε μια ντουζίνα επιστήμονες, συμπέρανα πως η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι πραγματική και ο ρυθμός αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας που πρόβαλαν οι προηγούμενες έρευνες ήταν μέσες-άκρες σωστός. Και πάω κι ένα βήμα παραπέρα: υπεύθυνος για την αύξηση αυτή είναι σχεδόν αποκλειστικά ο άνθρωπος.
Η τόσο ριζική μεταστροφή μου σε τόσο λίγο χρόνο προήρθε από την προσεκτική και αντικειμενική ανάλυση των αποτελεσμάτων του ερευνητικού προγράμματος του Μπέρκλεϊ για την θερμοκρασία της επιφάνειας της Γης (BEST) που ξεκίνησα με την κόρη μου Ελίζαμπεθ (Elizabeth). Τα αποτελέσματά μας δείχνουν πως η θερμοκρασία της στεριάς στην επιφάνεια της Γης αυξήθηκε κατά 1.4oC (2.5oF) τα τελευταία 250 χρόνια, εκ των οποίων 0.8oC (1.5oF) την τελευταία πεντηκονταετία. Αλλά το σημαντικότερο είναι πως αυτή η άνοδος οφείλεται ουσιαστικά αποκλειστικά στην εκπομπή θερμοκηπικών αερίων λόγω της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Αυτά τα ευρήματα είναι ισχυρότερα από εκείνα της ««διακυβερνητικής επιτροπής για την κλιματική αλλαγή» (IPCC)» της επιστημονικής ομάδας του ΟΗΕ που προσδιορίζει την επιστημονική και διπλωματική συναίνεση στο ζήτημα αυτό. Στην έκθεσή του 2007, η IPCC κατέληγε πως η ανθρώπινη δραστηριότητα ήταν ως επί το πλείστον υπεύθυνη για την υπερθέρμανση του πλανήτη. Αλλά σύμφωνα με την IPCC ήταν πιθανό η υπερθέρμανση πριν το 1956 να οφειλόταν σε μεταβολές της ηλιακής δραστηριότητας, ενώ ακόμα κι η σημερινή υπερθέρμανση να οφείλεται εν μέρει σε φυσικά αίτια.
Η δική μας προσέγγιση στο BEST αξιοποίησε περίπλοκα στατιστικά εργαλεία που αναπτύχθηκαν εν πολλοίς από τον κορυφαίο συνεργάτη μας Ρόμπερτ Ροντ (Robert Rohde) επιτρέποντάς μας να προσδιορίσουμε ποια ήταν η θερμοκρασία στην επιφάνεια της Γης πολύ πιο πίσω στο χρόνο. Απαντήσαμε επίσης πολύ προσεκτικά στις μεθοδολογικές παρατηρήσεις των λεγόμενων «σκεπτικιστών» για την παρέμβαση του μικροκλίματος των αστικών κέντρων στις μετρήσεις (εμείς αξιοποιήσαμε μόνο μετρήσεις από την ύπαιθρο και μη κατοικημένες περιοχές), την ελλιπή αξιοποίηση των σταθμών μέτρησης της θερμοκρασίας (ενώ συνήθως αξιοποιούνται μετρήσεις από το 20% των σταθμών, εμείς αξιοποιήσαμε σχεδόν το 100%), την κακή ποιότητα των σταθμών (εμείς αξιολογήσαμε τις συνθήκες μέτρησης στους σταθμούς αυτούς) και την παρέμβαση του ανθρώπου στην καταμέτρηση και τη «διόρθωση»των αποτελεσμάτων (η δική μας επεξεργασία έγινε 100% αυτόματα και χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση). Στις δημοσιεύσεις μας εκθέτουμε γιατί κανένας από αυτούς τους λόγους δεν μπορεί να επηρέασε τα δικά μας αποτελέσματα.
Η ιστορική καταγραφή της θερμοκρασίας δείχνει απότομα ανεβοκατεβάσματα που συμβαδίζουν με γνωστές ηφαιστειακές εκρήξεις, αφού τα σωματίδια από αυτά τα γεγονότα αντανακλούν το φως του ήλιου ομορφαίνοντας τα δειλινά και ψυχραίνοντας τη θερμοκρασία για μερικά χρόνια. Κι υπάρχουν και μικρές και απότομες αλλαγές που οφείλονται στο «ελ νίνιο» η θαλάσσια ρεύματα σαν το «ρεύμα του κόλπου». Αλλά σε αντίθεση με ό,τι ισχυρίζονται ορισμένοι, αυτά τα φαινόμενα δεν καθιστούν «φυσιολογικές» τις αυξομειώσεις της θερμοκρασίας στον πλανήτη, καθώς κατά την άποψή μας είναι στατιστικά ασήμαντες όσον αφορά την εξήγηση του φαινομένου αυτού. Αλλά τότε τι προκάλεσε την σταδιακή μεν, αλλά συστηματική αύξηση του 1.4 βαθμού; Αρχικά επιχειρήσαμε να εξηγήσουμε μαθηματικά την αύξηση αυτή με την ηλιακή δραστηριότητα ή άλλους παράγοντες σαν την αύξηση του πληθυσμού. Αλλά ο παράγοντας που συσχετίζεται μακράν περισσότερο με την αύξηση της θερμοκρασίας είναι η περιεκτικότητα του ατμοσφαιρικού αέρα σε CO2, που την μετρήσαμε από ατμοσφαιρικά δείγματα και αέρα που έχει παγιδευτεί στους πάγους των πόλων.
Τα στοιχεία που συλλέξαμε είναι τόσο επαρκή που μας επιτρέπουν να διερευνήσουμε επακριβώς τις επιπτώσεις της ηλιακής ακτινοβολίας στη θερμοκρασία της Γης, καθώς διαθέτουμε ιστορικό αρχείο της ηλιακής δραστηριότητας. Ε λοιπόν αυτή η επίπτωση είναι μηδενική. Ενώ η IPCC άφηνε ανοικτό το ενδεχόμενο η «μικρή εποχή των παγετώνων» (που διήρκεσε από το 14ο αιώνα ως το 1850) να οφείλεται στην ηλιακή δραστηριότητα, τα στοιχεία μας αποκλείουν κάτι τέτοιο.
Εκ των υστέρων, δεν υπάρχει τίποτα το εκπληκτικό στο συμπέρασμα αυτό: από τις δορυφορικές μετρήσεις γνωρίζαμε ήδη πως η ηλιακή ακτινοβολία ελάχιστα επηρεάζει την φωτεινότητα του ηλίου.
Πόσο καθοριστική είναι η ανθρώπινη δραστηριότητα; Η περιεκτικότητα της ατμόσφαιρας σε CO2 εξηγεί τις αυξομειώσεις της θερμοκρασίας περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο παράγοντα εξετάσαμε. Το εύρος της είναι συναφές με το καταμετρημένο φαινόμενο του θερμοκηπίου (την αύξηση της θερμοκρασίας λόγω παγιδευμένης θερμικής ακτινοβολίας). Τα διαθέσιμα στοιχεία δεν εξηγούν την αιτιακή σχέση που συνδέει τα δύο φαινόμενα, και άρα δεν πρέπει να καταστείλουν τον υγιή σκεπτικισμό. Τοποθετούν όμως ψηλότερα τον επιστημονικό πήχη: προκειμένου να ληφθεί σοβαρά υπόψη, κάθε εναλλακτική επιστημονική ερμηνεία θα πρέπει να εξηγεί το φαινόμενο της αύξησης της θερμοκρασίας τουλάχιστο τόσο επαρκώς όσο η περιεκτικότητα της ατμόσφαιρας σε CO2. Η προσθήκη του μεθανίου (ενός ακόμα θερμοκηπικού αερίου) στις αναλύσεις μας δεν άλλαξε τίποτα. Το σημαντικό εδώ είναι πως οι αναλύσεις μας δεν εξαρτώνται από ογκώδη και σύνθετα μοντέλα προσομοίωσης της πλανητικής θερμοκρασίας, που είναι διαβόητα για τις «κρυφές» παραδοχές τους και τις «πειραγμένες» παραμέτρους τους. Εξαρτώντας απλά από την στενή μαθηματική σχέση μεταξύ των καταμετρημένων αυξήσεων στη θερμοκρασία και της γνωστής αύξησης της περιεκτικότητας της ατμόσφαιρας σε θερμοκηπικά αέρια.
Είναι καθήκον κάθε επιστήμονα να είναι ευλόγως σκεπτικιστής. Εξακολουθώ να εκτιμώ πως πολλά, αν όχι τα περισσότερα, από τα φαινόμενα που αποδίδονται στην κλιματική αλλαγή είναι υπερβολικά, ευφάνταστά ή απλά λανθασμένα. Ερεύνησα ορισμένους από τους πλέον εκφοβιστικούς ισχυρισμούς των υποστηρικτών της κλιματικής αλλαγής και ο σκεπτικισμός μου απέναντί τους δεν άλλαξε: ο τυφώνας Κατρίνα δεν μπορεί να αποδοθεί στην κλιματική αλλαγή· ο αριθμός των τυφώνων που πλήττουν τις ΗΠΑ μειώθηκε, δεν αυξήθηκε· το ίδιο συνέβη με τους ισχυρούς κυκλώνες· οι πολικές αρκούδες δεν πεθαίνουν λόγω της τήξης των πάγων και οι παγετώνες των Ιμαλαΐων δεν θα έχουν λιώσει ως το 2035. Είναι πολύ πιθανό πως σήμερα δεν έχουμε υψηλότερες θερμοκρασίες από ότι είχαμε 1,000 χρόνια πριν, κατά τη διάρκεια της «μεσαιωνικής θερμής περιόδου» ή του «μεσαιωνικού βέλτιστου» -της ενδιάμεσης θερμής περιόδου που γνωρίζουμε από ιστορικές καταγραφές και έμμεσα στοιχεία, σαν τους δακτυλίους στους κορμούς των δένδρων. Και οι πρόσφατες οιμωγές για τους καύσωνες στις Ηνωμένες Πολιτείες φαίνεται πως μετριάζονται κατά πολύ από το ψύχος σε άλλες περιοχές του κόσμου, πράγμα που σημαίνει πως η διαπίστωση περί «πλανητικής» υπερθέρμανσης του πλανήτη είναι καταφανώς υπερβολική.
Οι προσεκτικές αναλύσεις της ομάδας μας οδήγησαν σε πέντε επιστημονικές δημοσιεύσεις που διατίθενται στην ιστοσελίδα μας BerkeleyEarth.org. Στον ίδιο ιστότοπο θα βρείτε την διακύμανση της παγκόσμιας θερμοκρασίας από το 1753 ως σήμερα, όπου είναι σαφής η επίδραση των ηφαιστειακών εκρήξεων και της περιεκτικότητας σε CO2, αλλά όχι της ηλιακής δραστηριότητας. Τέσσερα από τα άρθρα μας υπέστησαν ήδη την εις βάθος κρίση τους από την επιστημονική κοινότητα και το τελευταίο, που αφορά τον ανθρώπινο παράγοντα, είναι αναρτημένο προς αξιολόγηση, με όλα τα δεδομένα και το λογισμικό που χρησιμοποιήθηκαν για την συγγραφή του. Αυτού του είδους η διαφάνεια βρίσκεται στην καρδιά της επιστημονικής μεθόδου· αν βρείτε κάποιο πρόβλημα στα συμπεράσματά μας, παρακαλούμε πείτε μας πού κάναμε λάθος στα δεδομένα ή στην ανάλυσή μας.
Αλλά τι θα συμβεί στο μέλλον; Καθώς η περιεκτικότητα της ατμόσφαιρας σε CO2 αυξάνει, λογικά θα πρέπει να αυξηθεί και η θερμοκρασία του πλανήτη. Εκτιμώ πως η αύξηση αυτή θα συνεχίσει σε σταθερό ρυθμό, γύρω στον 0.8oC την επόμενη πεντηκονταετία, λιγότερο αν συνεκτιμήσουμε τη θερμοκρασία των ωκεανών. Αν όμως η Κίνα συνεχίσει την ταχεία οικονομική της μεγέθυνση (αυξάνει κατά μέσο όρο 10% το χρόνο την προηγούμενη εικοσαετία) και την εκτεταμένη χρήση άνθρακα στην παραγωγή ενέργειας (προσθέτει κατά μέσο όρο 1GW το μήνα) τότε αυτή η άνοδος της θερμοκρασίας μπορεί να έχει συντελεστεί σε μια εικοσαετία.
Επιστήμη ονομάζουμε τη μικρή ζώνη γνώσης που κατά τεκμήριο είναι γενικά αποδεκτή. Εισήρθα σε αυτό το επιστημονικό πεδίο με σκοπό να δώσω απαντήσεις σε ερωτήματα που κατά την άποψή μου παρέμεναν αναπάντητα. Ελπίζω πως οι αναλύσεις του BEST θα συμβάλουν στην επιστημονική συζήτηση για την υπερθέρμανση του πλανήτη και το ρόλο του ανθρώπου σε αυτήν. Τα δυσκολότερα έπονται: είναι η συμφωνία σε όλο το πολιτικό και διπλωματικό φάσμα για το τι πρέπει και μπορεί να γίνει προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα.
* Ο Richard A. Muller είναι καθηγητής φυσικής στο πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ
Πηγή: ppol.gr