Λέμε ότι βρισκόμαστε σε μια ανεκτική, πολυπολιτισμική νέα εποχή, μια εποχή όπου το χρώμα του δέρματος δεν έχει σημασία, δεν μας καθορίζει. Κι όμως ένα νέο βιβλίο, «Η Ιστορία των Λευκών Ανθρώπων», γραμμένο από μια μαύρη ιστορικό, υποστηρίζει ότι ο Μπαράκ Ομπάμα είναι... λευκός.
Αυτό δεν οφείλεται, σύμφωνα με τη συγγραφέα, στο γεγονός ότι η μητέρα του ήταν λευκή αλλά στο μορφωτικό του υπόβαθρο, στο εισόδημά του, στην εξουσία του και στην κοινωνική του κατάσταση. Η γνωστή μαύρη αμερικανίδα ιστορικός Νελ Ιρβιν Πέιντερ αναζητά στο βιβλίο της την ιστορία της αντίληψης περί φυλών, δίνοντας ιδιαίτερη σημασία στην ιδέα της λευκής φυλής και στο γιατί και πώς οι λευκοί έχουν κυριαρχήσει σε άλλες πιο σκουρόχρωμες φυλές τους τελευταίους αιώνες. Η φυλή, υποστηρίζει, αποτελεί ένα ρευστό κοινωνικό κατασκεύασμα, που δεν υποστηρίζεται από καμιά επιστημονική απόδειξη. Οπως και η ομορφιά, αφορά μόνο την επιφάνεια. Από επιστημονικής απόψεως έχει δίκιο. Το Πρόγραμμα για την Καταγραφή του Ανθρώπινου Γονιδιώματος, που κόστισε 3 δισεκατομμύρια δολάρια, αποκάλυψε το 2003 ότι κάθε ανθρώπινο ον έχει μια μοναδική αλληλουχία DΝΑ, η οποία διαφέρει από εκείνη οποιουδήποτε άλλου ανθρώπου κατά 0,1%, ασχέτως εθνικής προέλευσης. Ετσι, όλοι οι άνθρωποι είναι 99,9% ίδιοι- άρα επιστημονικά δεν υπάρχει φυλετική διαφορά.
Η οργή. Κάπου εδώ έρχεται η «Ιστορία των Λευκών Ανθρώπων», γραμμένη από μια 67χρονη μαύρη που υποστηρίζει ότι η λευκή φυλή δεν υπήρξε ποτέ. Κάτι που έχει ήδη εξαγριώσει την αμερικανική Ακροδεξιά. Σε ιστοσελίδες λευκών ρατσιστικών οργανώσεων τα μηνύματα είναι πολλά: «Μάλλον θα κερδίσει Πούλιτζερ η Πέιντερ», γράφει κάποιος. «Κοίτα πόσο προστατεύει η κοινωνία μας αυτούς τους νέγρους». Και ένας άλλος προσθέτει: «Η συγγραφέας ζηλεύει την Ιστορία μας και την ομορφιά των λευκών γυναικών». Η Πέιντερ δεν επηρεάζεται από την κριτική: οι αντιλήψεις μας για τη φυλή επεκτείνονται, υποστηρίζει, λόγω του τρόπου ζωής. Και η ίδια είναι ουσιαστικά λευκή, λέει, καθώς έχει σπουδάσει στο Χάρβαρντ, δίδασκε στο Πρίνστον Ιστορία και τώρα κάνει το μάστερ της στη Ζωγραφική. Αλλωστε, συνεχίζει, ένας μαύρος με σωστές διασυνδέσεις και τρόπο ζωής στις ΗΠΑ μπορεί να γίνει «λευκός», ενώ ένας μη προνομιούχος λευκός μπορεί να ζήσει τη ζωή ενός «μαύρου».
Ιστορικά, η έννοια της «λευκότητας», γράφει η Πέιντερ, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη φιλοσοφική προσπάθεια για δικαιολόγηση της δουλείας. Η «λευκότητα» έφτασε να αντιπροσωπεύει την ελευθερία και την ευγένεια, ενώ οι άνθρωποι με σκούρο δέρμα πήραν τον ρόλο του χαμένου. Πριν από το υπερατλαντικό εμπόριο σκλάβων το χρώμα δεν έπαιζε τέτοιον ρόλο. Στον Μεσαίωνα, για παράδειγμα, οι σκλάβοι ήταν πολλές φορές λευκοί. Οταν αναπτύχθηκε η βιομηχανία της ζάχαρης στην Αμερική δημιουργήθηκε η ανάγκη για περισσότερους σκλάβους και οι λευκοί Ευρωπαίοι άρχισαν να «εισάγουν» Αφρικανούς για να δουλέψουν στις φυτείες τους. Ετσι, τα αφεντικά άρχισαν να αποκτούν ανωτερότητα- ηθική, κοινωνική και διανοητική- απέναντι στους μαύρους. Η εκτεταμένη λατρεία της «λευκότητας» άρχιζε. Και μέχρι σ ήμερα δεν φαίνεται να έχει τελειώσει.
H αναζήτηση της «λευκότητας» παραμένει ακόμα ένα κοινωνικό ζητούμενο. Στο βιβλίο της η Πέιντερ περιγράφει πως όσοι δεν είναι λευκοί παλεύουν να ανέβουν κοινωνικά και να γίνουν έτσι, από πλευράς κοινωνικής αναρρίχησης, «λευκοί».
«Πιστεύουμε, ή τουλάχιστον πιστεύαμε μέχρι τη συγγραφή αυτού του βιβλίου, ότι η φυλή ήταν κάτι μόνιμο μέσα σε κάθε άνθρωπο. Ομως αυτή η αντίληψη έχει αλλάξει». Η Πέιντερ τονίζει ότι τα μέσα ενημέρωσης συμμετέχουν σε αυτό το παιχνίδι, τονίζοντας όσον αφορά τους μαύρους με αρνητικό φως τα όσα συμβαίνουν- προβάλλοντας δηλαδή ιδιαίτερα πράξεις βίας, τα υψηλά ποσοστά αναλφαβητισμού και την ανεργία και αποκρύβοντάς τα σε μεγάλο βαθμό όσον αφορά τους λευκούς πολίτες.
ΤΑ ΝΕΑ