ΘΑΝΑΣΗΣ ΣΚΟΡΔΑΛΟΣ

Ο Θανάσης Σκορδαλός γεννήθηκε στο Σπήλι το 1920. Ήταν η Θεία Φώτιση αυτή, που από μικρό παιδί τον έφερε στην εκκλησία, να βοηθάει τον παπά και σε ηλικία μόλις επτά χρονών, βρίσκουμε το μικρό Θανάση στο ψαλτήρι. Μέσα σε πέντε χρόνια, είχε μάθει όλη την οκταηχία, χωρίς καν ακόμα να ξέρει μουσική.
Θέτω στη διάθεσή σας, τη συνέντευξη του Θανάση Σκορδαλού στο δημοσιογράφο Ντίνο Κωσταντόπουλο, το 1992. «Σαν παιδί, συνάμα με τα εκκλησιαστικά, μου άρεσε πάρα πολύ η λύρα και το λαούτο. Εκείνα τα χρόνια εγώ δεν ήταν τόσο πολύ διαδεδομένο το λαούτο, όσο το μαντολίνο και το όργανο που έπαιζε ο Φουσταλιέρης στο Ρέθυμνο, η μαντόλα. Τουλάχιστον εκείνα τα χρόνια εγώ σαν παιδί είχα βοήθεια από το μαντολίνο πρώτα. Σαν παιδί λοιπόν, εκρατούσα δύο ξύλα. Το ένα το έβαζα στο αριστερό μου πόδι, σα λύρα και το άλλο στο χέρι σα δοξάρι και τραγουδούσα! Ήταν ένα δείγμα, ότι έπρεπε να πιάσω λύρα στα χέρια μου, όπως έλεγαν διάφοροι στο χωριο.
Σε ηλικία 9 ετών, αγόρασα μια λύρα. 18 δραχμές. Και ευγνωμονούσα τον άνθρωπο που μου έδωσε τη λύρα. Του έκαμα πολλές ευχαριστίες. Άρχισα λοιπόν, χωρίς να μου δείξει κανένας, να παίζω κομμάτια απ’ αυτά που άκουγα σαν παιδί. Σιγά-σιγά, αναπτύχθηκε το ταλέντο. Σε ηλικία 11 ετών., ήρθε ο Αντρέας Ροδινός στο χωριό μου. Είχε συμπάθεια στο Σπήλι και γι’ αυτό ερχότανε εύκολα, κάθε φορά που τον φωνάζανε. Όταν τον προωτοάκουσα, ενώ είχαμε κι άλλους οργανοπαίχτες στο χωριό μου, μου ‘κανε τρομερή εντύπωση. Όταν τον άκουγα, η ραχοκοκαλιά μου έσταζε νερό. Δημιουργούσα σκέψεις μέσα μου, αν μπορούσα μια μέρα των ημερών να κατορθώσω να παίξω κι εγώ λύρα στο ήμισυ αυτού του ανθρώπου, που λέγεται Ανδρέας Ροδινός.
Ένα βράδυ, του Αγίου Στυλιανού αξέχαστα, ξανάρθε ο Ροδινός στο χωριό. Τον είχε καλέσει στη γιορτή του ένας δικηγόρος, ο Στυλιανός Καλογρίδης. Οι Σπηλιανοί, χωρίς να ξέρω εγώ τίποτα, είπαν στον Αντρέα, όταν του ταιριάσει και είναι καλά, “Φώναξε στο Σκορδαλάκι, να παίξει λίγη λύρα, να μας πεις και τη γνώμη σου.” Πράγματι έγινε αυτό!
Εγώ ήμουν στο τελευταίο σκαλί σε μία σκάλα και έβαλα το χέρι μου για να σηκώσω την μπουκαπόρτα που λέμε, να φύγω. Μ’ έπιασε τρεμούλα, αλλά ο Θεός ξέρει τι είχανε βάλει από πάνω και δεν άνοιγε η πόρτα! Έτσι, υποχρεωτικώς με το χειροκρότημα, ο Θεός ξέρει πώς, εκατέβηκα τη σκάλα. Πήγα κοντά στον Μπαξεβάνη που έπαιζε με τον Ροδινό. Σηκώθηκε ο Αντρέας επάνω, μου έδωσε τη λύρα και μου είπε: “Θανάση, θέλω να με ξεκουράσεις λίγο, γιατί κουράστηκα.”
Η σκέψη του βέβαια ήταν άλλη. Εν πάση περιπτώσει, έπιασα τη λύρα. Ο Μπαξεβάνης άρχισε τον πρώτο χανιώτικο συρτό, για να τον ακολουθήσω εγώ! Τον ακολούθησα παρά το τρακ που είχα. Ο Αντρέας δεν ήταν κοντά μου. Επήγε πίσω από την πόρτα για να μην τον βλέπω και παθαίνω μεγαλύτερο τρακ. Με άκουσε που έπαιξα κάμποσα γυρίσματα, δεν άντεξε, ήρθε, μου πιάνει το δεξί χέρι, με αγκαλιάζει, με φιλεί και λέει: “ΣΠΗΛΙΑΝΟΙ, ΑΥΤΟΣ ΘΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΔΙΑΔΟΧΟΣ ΜΟΥ!” Σα να ήξερε ο καημένος, ότι στα 23 του χρόνια θα φύγει. Τα χρόνια περνούσαν σιγά-σιγά. Οι Σπηλιανοί αντιλήφθηκαν το ταλέντο μου, με αγκάλιασαν και με βοήθησαν πάρα πολύ. Ο πατέρας μου ήταν πολύ μερακλής άνθρωπος. Ήταν καλός μαντιναδολόγος και καλός χορευτής και το είχε καμάρι. Με βοήθησε πολύ η ψαλτική. Οι ήχοι της εκκλησίας που εγώ αγάπησα, έπαιξαν μεγάλο ρόλο στην καλλιτεχνική μου καριέρα. Θα σας πω ένα περιστατικό με τον μουσικολόγο Περιστέρη.
Μου είπε κάποτε:- Ποιο ωδείο έχεις βγάλε Σκορδαλέ;- Του Σπηλίου. Του είπα.- Ποιο είναι αυτό; Με ρώτησε.- Το χωριό μου.- Μα έχει το χωριό σου ωδείο;- Δεν έχει ωδείο, αλλά έχει τη φύση.- Εδώ όμως κάτι συμβαίνει, μου λέει. Μήπως έχεις κανένα συγγενή ψάλτη;- Εγώ ο ίδιος ψάλω, του λέω.- Αυτό είναι, το βρήκα! Μου λέει. Έχεις κ. Σκορδαλέ τοποθετήσεις στο παίξιμό σου, της βυζαντινής μουσικής και μου κάνει μεγάλη εντύπωση, όταν μου λες ότι δεν έχεις ιδέα από μουσική.- Δεν έχω κ. Περιστέρη, του λέω. Ούτε κατά διάνοια δεν ξέρω τι θα που οι νότες κτλ.Του φάνηκε περίεργο και μου λέει:- Τότε είναι ένα σωστό ταλέντο που σου έδωσε η φύση και ο Θεός πρώτα!»[Από τη συνέντευξη-αφήγηση στον Ντίνο Κωνσταντόπουλο 1992] Όλη η δημιουργική ίσως παρουσία του Σκορδαλού, φαίνεται περιληπτικά στην παρακάτω μαντινάδα:«Εννιά χρονώ σαν ήμουνα πρωτόπιασα τη λύραμε πίστη την αγάπησα κι απόφαση το πήρα.Λύρα να μάθω ήθελα, την Κρήτη να γλεντίζωκαι σαν τηνε πρωτόπιασα, άρχισα να ελπίζω».Σύμφωνα με στοιχεία από το Κρητικό Μουσικό Εργαστήρι, ο Θανάσης Σκορδαλός στη δισκογραφία πρωτοεμφανίστηκε το 1946, με το περίφημο «Σπηλιανό Συρτό» και με συνεργάτη του το μεγάλο λαουτιέρη Γιάννη Μαρκογιαννάκη (Μαρκογιάννη).
Ο Μαρκογιάννης συνόδευε τον Σκορδαλό από το 1938, μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του ’60. Κατά την περίοδο 1947-54, ο Σκορδαλός συνεργάστηκε με τον μεγάλο Μπαξεβάνη στην ηχογράφηση τριών δίσκων 78 στροφών, που περιείχαν σπουδαία τραγούδια, όπως το «Ξεροστεριανό νερό», και «Στων αματιών σου τη φωτιά». Ο Σκορδαλός συνεργάστηκε με το Νίκο Μανιαδάκη (Μανιά), και με τους λαγουτιέρηδες Γιώργο Μετζάκη, Σταμάτη Μαυροδημητράκη, Πέτρο Καρμπαδάνη και άλλους.
Το 1947, άκουσε στον Σκορδαλό ο τότε πρόεδρος του κόμματος των Φιλελευθέρων Σοφοκλής Βενιζέλος και ενθουσιάστηκε τόσο πολύ, που τον διόρισε υπάλληλο στην Υπηρεσία Ασφαλείας της Τραπέζης της Ελλάδος. Ο Σκορδαλός υπηρέτησε για 60 (!) χρόνια την κρητική μουσική. Πραγματοποίησε δεκάδες εμφανίσεις στους Κρήτες της διασποράς σε Αμερική, Αυστραλία, Γερμανία, Καναδά και Αφρική. Ο συνθέτης Γιάννης Μαρκόπουλος είπε για τον Σκορδαλό! «Ήμουνα 11 χρονώ το 1952, όταν πρωτοάκουσα το Θανάση Σκορδαλό και νόμιζα ότι ένας αρχάγγελος κατέβηκε στην Κρήτη και τραγουδούσε με τη λύρα του για να χορέψουν οι έφηβοι και τα ωραία κορίτσια της Μεγαλονήσου. Πέρασε η 10ετία του 1950 ταραγμένη ως μεταπολεμική και πάνω στις αρχές του ’60, ο Θανάσης Σκορδαλός και ο Κώστας Μουντάκης, άνοιξαν τις πόρτες της αγαλλίασης, της υπέρμετρης συγκίνησης, της ευφωνίας και της ξέφρενης ρυθμικής ανάτασης, με τα μελωδήματα, τους σκοπούς και τα ριζίτικα, τις μαντινάδες, τους χορούς και τα γυρίσματα που μαγεύουν μέχρι σήμερα ντόπιους και ξένους… Ο Σκορδαλός πλούτισε την κριτική παραδοσιακή μας μουσική, με σπάνια δώρα που θα κρατάνε χρόνια πολλά.»
Ο Θανάσης Σκορδαλός, ο άνθρωπος που πρόσφερε τόσα πολλά στην κρητική μουσική και τιμήθηκε από πάρα πολλούς πολιτιστικούς και λαογραφικούς φορείς ελληνικούς και ξένους, έφυγε από τη ζωή στις 23 Απριλίου 1998. Ο Χ. Παπαδάκης, για το θάνατο του Σκορδαλού, έγραψε την παρακάτω μαντινάδα:



«Στο θάνατό σου βρόντηξε και σείστηκε η Κρήτη


Δάκρυα τα χιόνια γίνανε του γέρο Ψηλορείτη.»